Πέτρος Κένερ – Πωλ Σεμπάουερ
Η UEFA ανακοίνωσε ότι αυτό ήταν το καλύτερο Παγκόσμιο Κύπελλο. Κάποιοι, όπως σε όλα τα θέματα, έχουν διαφορετική γνώμη, μια άποψη που για να λέμε την αλήθεια συζητείτε πάντα μετά το τέλος κάθε ΠΚ. Ισχυρίζονται λ.χ. ότι όσοι δεν έχουν δει το παγκόσμιο κύπελλο του 1970 δεν έχουν δει τίποτα. Άλλοι μιλάνε για το ΠΚ του 1982, άλλοι του 1986, με γνώμονα, πάντα κατά τα λεγόμενά τους, το όμορφο και θεαματικό ποδόσφαιρο. Και φυσικά δεν μιλάμε μόνο για απόψεις φιλάθλων ή οπαδών, αλλά και για απόψεις προπονητών. Που είναι η αλήθεια; Δεν θα πούμε κάπου στη μέση, που θα μπορούσε να ειπωθεί, γιατί θα εμπεριείχε μια μορφή «δημοσιοσχετισμού». Στο «proponitis.gr» προσπαθούμε να αναλύσουμε πάντα όλες τις πλευρές ενός θέματος, γιατί δημοσιογραφικά δεν μας αρέσουν οι «ειδήσεις» και το «παρασκήνιο», και προπονητικά μάς ενδιαφέρουν οι –αν μη τι άλλο– τεκμηριωμένες απόψεις.
Πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Επειδή και οι δύο υπογράφοντες το άρθρο παίξαμε επαγγελματικό ποδόσφαιρο τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, αναμοχλεύοντας τις αναμνήσεις μας, θυμόμαστε: οι τρεις επιθετικοί δεν βοηθούσαν αμυντικά, ούτε στα κόρνερ. Οι τέσσερις της άμυνας ήταν κατά κανόνα άτεχνοι. Οι εντολές των προπονητών εκείνης της εποχής στους αμυντικούς ήταν «διώξτε την μπάλα ψηλά-μακριά-πλάγια». Πιο χαρακτηριστική εντολή προς τον αμυντικό ήταν «πέταξέ την (την μπάλα) έξω από το γήπεδο». Οι προπονήσεις –ειδικά την δεκαετία του ’70 ήταν τρεις την εβδομάδα. Η κύρια επιθετική τακτική ήταν να τρέχει ο εξτρέμ πάνω στη γραμμή του πλαγίου άουτ και αφού περάσει το μπακ να κάνει σέντρα. Χαρακτηριστική ατάκα του προπονητή στο εξτρέμ «θέλω τα παπούτσια σου να γίνουν άσπρα από το χρώμα της γραμμής (τότε είχαμε μόνο μαύρα ποδοσφαιρικά παπούτσια και πριν από κάθε παιχνίδι έβαφαν τις γραμμές και εμείς τα παπούτσια μας με ΚΑΜΕΛ). Οι τεχνίτες παίκτες κατά κανόνα ήταν μεγάλοι ατομιστές (από τότε υπάρχει η φράση «δεν τη δίνει ούτε από το δεξί στο αριστερό του»). Ήταν και πολύ καλοί στην ντρίπλα, αλλά πέραν του ότι είχαν περισσότερους χώρους για ντρίπλες, πολλοί έκαναν ντρίπλες για τον εαυτό τους και όχι για την ομάδα. Σαν θέαμα, έκαναν περίτεχνες ενέργειες που πραγματικά ήταν όμορφες να τις βλέπεις.
Μπορούμε να θυμηθούμε ή να θυμηθείτε οι παλαιότεροι πολλά άλλα, αλλά σταματούμε εδώ.
Ας πάμε τώρα σε ένα δεδομένο. Δεδομένο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Καθαρός χρόνος παιχνιδιού παλιά τριάντα (30΄) λεπτά. Σήμερα εξήντα (60΄) λεπτά. Θα μπορούσαμε, εντός ή εκτός εισαγωγικών, να πούμε ότι «μιλάμε για διαφορετικό άθλημα». Το αν το ποδόσφαιρο, τότε, ήταν πιο όμορφο για κάποιους είναι υποκειμενικό. Το ότι τώρα είναι πολύ πιο δύσκολο είναι αντικειμενικό. Ρωτήθηκαν πριν λίγα χρόνια ποδοσφαιριστές όπως ο Μπεκενμπάουερ, ο Σώκρατες, ο Εουσέμπιο, ο Κρόιφ και πολλοί άλλοι του ίδιου βεληνεκούς, αν θα μπορούσαν να έπαιζαν στο σημερινό ποδόσφαιρο; Η απάντηση όλων ήταν όχι ή ίσως. Όλοι άφηναν ανοικτό το ενδεχόμενο να μην μπορούσε ο οργανισμός τους να ανταπεξέλθει τις σημερινές επιβαρύνσεις της προπόνησης.
Συνεχίζοντας με το βαθμό δυσκολίας, ας θυμηθούμε την εντυπωσιακή κούρσα του Μαραντόνα που ντριπλάρει 4-5 παίκτες από τη δική του μεγάλη περιοχή έως του αντιπάλου και πετυχαίνει γκολ. Σας προτρέπουμε να το ξαναδείτε αν δεν το θυμόσαστε. Όταν ντριπλάρει τον πρώτο αντίπαλο, ο επόμενος είναι 4-5 μέτρα πίσω, ο επόμενος το ίδιο κ.ο.κ. Μην σκεφτεί κανείς ότι θέλουμε να υποτιμήσουμε ούτε το συγκεκριμένο παίκτη, ούτε τη φάση. Αντίθετα, ακόμα και σήμερα την βλέπεις και είναι υπέροχη. Σήμερα, όμως, μετά τον πρώτο αντίπαλο θα υπήρχε δεύτερος πολύ κοντά και τρίτος δίπλα.
Το τελευταίο σχόλιο με τα παλιά αφορά τη διαιτησία. Οι διαιτητές με τους νέους κανονισμούς προστατεύουν τους τεχνίτες παίκτες. Παλαιά, υπήρχε το σλόγκαν «μπάλα περνάει, παίκτης δεν περνάει». Σήμερα η αγκωνιά στο πρόσωπο είναι ορισμός κίτρινης κάρτας. Το τράβηγμα στη φανέλα το ίδιο και πολλά άλλα. Ποδοσφαιριστές παλαιάς εποχής –δεν θα γράψω ονόματα, όλοι ξέρετε- στο 5ο λεπτό θα είχαν δει δύο κίτρινες, ή στο 3ο λεπτό απ’ ευθείας κόκκινη. Αυτό είναι και ένα μεγάλο παράπονο των παλαιοτέρων ποδοσφαιριστών με υψηλή τεχνική και φυσικά έχουν απόλυτο δίκιο. Είναι σίγουρο ότι θα ήταν ακόμη πιο περίτεχνοι και εντυπωσιακοί αν τους προστάτευαν οι κανόνες της διαιτησίας όπως σήμερα.
Το πρώτο «δια ταύτα» λοιπόν είναι ότι το ποδόσφαιρο σήμερα είναι αναμφισβήτητα πιο δύσκολο.
Και το θέαμα;
Εδώ το θέμα, ίσως, χρήζει και φιλοσοφικής, ή έστω ψυχολογικής ανάλυσης. Ένας Γάλλος φιλόσοφος του 16ου αιώνα, ο Μισέλ Ντε Μοντέν, έλεγε: «Είδε ποτέ κανείς ηλικιωμένο που να μην επαινεί τα παλιά χρόνια και να μην κατακρίνει τα καινούρια»; Από τότε λοιπόν, μέχρι και σήμερα, υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει μια καταγραφή αναμνήσεων, που με τα χρόνια γίνεται υποσυνείδητα… συνείδηση. Είναι σαν τα παλιά τραγούδια. Κάποια μας αρέσουν, γιατί ακόμα κι αν δεν μας είναι βιωματικά, τα έχουμε ακούσει σε βρεφονηπιακή ηλικία και έχουν χαραχτεί στο υποσυνείδητο.
Το «δια ταύτα» για το θέαμα είναι το εξής:
Στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει όμοια φάση, ούτε όμοιο γκολ. Αυτό είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του που το κάνουν τόσο λαοφιλές. Πάντα υπήρχαν εντυπωσιακές ενέργειες, από ένα άψογο κοντρόλ, μια ευφυή κάθετη πάσα, μια υψηλής τεχνικής ντρίπλα, μέχρι ένα αξιοθαύμαστο έως εκπληκτικό γκολ. Ας αποφεύγουμε λοιπόν τις συγκρίσεις, γιατί δεν οδηγούν πουθενά. Όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, εξελίσσεται και το ποδόσφαιρο. Με υπέρ και κατά. Το μεγαλύτερο «κατά» του σημερινού ποδοσφαίρου δεν είναι θέμα τεχνικό. Είναι κοινωνικό-οικονομικό θέμα. Η σύνδεση του ποδοσφαίρου με το «Στοίχημα». Το ποδόσφαιρο, από μόνο του, είναι όπως όλα τα αθλήματα: αγνό, καθαρό, θεαματικό. Πάντα, για όλα τα αρνητικά, δεν φταίει κανένα άθλημα. Τα προβλήματα ξεκινούν μόλις πατήσει το πόδι του ο πρώτος άνθρωπος…
Για να κλείσουμε όπως αρχίσαμε «η UEFA ανακοίνωσε ότι αυτό ήταν το καλύτερο Παγκόσμιο Κύπελλο». Το σίγουρο δεδομένο είναι: ήταν για την UEFA το καλύτερο ΠΚ από θέμα εισπράξεων.