Η ομάδα χάνει κι ο προπονητής αποφασίζει να αλλάξει δύο ποδοσφαιριστές για να αλλάξει το σύστημα του, και αν με αυτή του την κίνηση γυρίζει το παιχνίδι, αυτό δεν είναι μόνο με τύχη. Κατά κανόνα, ο κάθε προπονητής έχει την φιλοσοφία του, έχει κατασταλάξει σε ένα σύστημα και στο πώς θα ξεκινάει το κάθε παιχνίδι. Ένα σύστημα το οποίο γνωρίζει καλά, εμπιστεύεται και νιώθει άνετα με τον χειρισμό του. Το ίδιο και οι παίκτες του, που με την πάροδο του χρόνου ξέρουνε πλέον τι ζητά ο προπονητής από αυτούς και μπορούν να εκτελέσουν με άνεση τις εντολές του.
Στο σημερινό ποδόσφαιρο, πολλές ομάδες ακολουθούν διαφορετικό σύστημα όταν παίζουνε εντός έδρας και διαφορετικό όταν παίζουνε εκτός. Βλέπουμε ακόμα και φανατικούς υποστηρικτές ενός συστήματος, όπως ο Αρσέν Βενγκέρ της Άρσεναλ με το 4-4-2, να γυρίζει το σύστημά του σε 4-2-3-1 με έναν σέντερ φορ, σε εκτός έδρας παιχνίδια του Τσάμπιονς Λιγκ. Αυτό πετυχαίνεται εύκολα από ομάδες υψηλού επιπέδου γιατί οι παίκτες τους έχουν την ανάλογη προετοιμασία και μπορούν να προσαρμοστούν εύκολα. Οι παίκτες που καλούνται να αντικαταστήσουν μόνιμους παίκτες, μπαίνουνε στο γήπεδο γι αυτό το συγκεκριμένο σκοπό. Κατά κανόνα όμως οι κορυφαίοι προπονητές έχουνε εμπιστοσύνη στο αρχικό τους σχήμα και εάν δεν υπάρξει τραυματισμός θα δούμε τις αλλαγές να γίνονται μετά το εβδομηκοστό πέμπτο λεπτό.
Τι γίνεται όμως όταν ένα παιχνίδι -και αργότερα όλη η σαιζόν- πηγαίνουν στραβά; Πρέπει ο προπονητής να αντιδράσει νωρίς και εύστοχα, αλλιώς το μέλλον του είναι προδιαγραμμένο. Πρέπει όμως να έχει προνοήσει να έχει τους καταλλήλους παίκτες για την ώρα όπου τα πράγματα δεν πηγαίνουν κατ’ ευχή.
Μεταφέροντας το παιχνίδι στις άκρες
Εάν θέλουμε να μεταφέρουμε το παιχνίδι στις άκρες χρειαζόμαστε:
- Έναν παίκτη ηγέτη, που θα καθοδηγεί την ομάδα μέσα στο γήπεδο
- Ακραίους παίκτες κέντρου με πολύ καλή φυσική κατάσταση
- Σύγχρονους ακραίους μπακ
Και αυτό γιατί η αποτελεσματικότητα του επιθετικού παιχνιδιού εξαρτάται από το πόσο πιεστικά και δημιουργικά εργάζονται οι παίκτες που παίζουν στα άκρα και αυτήν την δουλειά αναλαμβάνουν ένας εξωτερικός κεντρικός παίκτης και ένας επιθετικός μπακ σε κάθε πλευρά.
Τα αναγκαία χαρακτηριστικά του σύγχρονου επιθετικού μπακ
- Επιδέξιος στο να ανοίγει το παιχνίδι στις άκρες (Να δημιουργεί πλάτος)
- Να μπορεί να δημιουργεί το χώρο απάνω στη γραμμή του αράουτ
- Καλός στο ένας εναντίον ενός
- Εμπιστοσύνη στους συμπαίκτες του για συνδυασμούς
- Ακριβείς μεγάλες διαγώνιες μπαλιές
- Καλές σέντρες χωρίς να χρειάζεται να σταματά
- Ταχύτητα
- Καλή φυσική κατάσταση
Είναι λάθος πάντως να πιστεύουμε ότι στο μοντέρνο ποδόσφαιρο οι ακραίοι ποδοσφαιριστές καλύπτουν και τις μεγαλύτερες αποστάσεις. Εάν έχουμε την δυνατότητα να συγκρίνουμε στο τέλος του παιχνιδιού τις αποστάσεις που κάλυψαν ένας ακραίος ποδοσφαιριστής, ο σέντερ φορ και οι κεντρικοί αμυντικοί, θα δούμε ότι οι τιμές της απόστασης δεν διαφέρουν κατά πολύ. Απλά αν είχαμε τη δυνατότητα να συγκρίνουμε τις αποστάσεις που κάλυψαν οι παίκτες με ταχύτητα θα βλέπαμε ότι οι ακραίοι ποδοσφαιριστές κάλυψαν μεγαλύτερες αποστάσεις με μεγαλύτερη ταχύτητα.
Και τι πρέπει να ζητάμε από τον ακραίο κεντρικό παίκτη:
- να έχει φαντασία στο ένας εναντίον ενός
- να μην το φοβάται
- ακριβείς κοντινές μεταβίβασης - πάσες,
- εκρηκτικότητα στις κάθετες πάσες στον κενό χώρο,
- αυτοπεποίθηση στην εκμετάλλευση της κάθετης πάσας μέσα στη μεγάλη περιοχή
- να αναλαμβάνει το ρίσκο στο τελείωμα της φάσης στην ντρίπλα και στην πάσα.
- καλή φυσική κατάσταση
Ο παίκτης ηγέτης
Ο παίκτης ηγέτης δεν είναι κατ’ ανάγκην ο σταρ της ομάδας, ο σκόρερ -και απ’ ότι είδαμε στις τελευταίες μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις οι παίκτες ηγέτες είναι ελάχιστοι. Τυχερή η Ισπανία που διαθέτει μετά τον Ίκερ Κασίγιας κι άλλους παίκτες ηγέτες (Πουγιόλ, Ξάβι, Ινιέστα). Βλέπουμε ακόμα ότι, σε αυτό το επίπεδο του ποδοσφαίρου, ένας ηγέτης μέσα στην ομάδα πολλές φορές δεν είναι αρκετός, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία του τελευταίου EURO (2008), με τη φυσιογνωμία του Mπάλακ να δεσπόζει, αλλά να μην είναι αρκετή.
Ο Όττο Ρεχάγκελ κάποτε είπε:
"παίκτες που δεν μου δημιουργούν κανένα πρόβλημα δεν θα δημιουργήσουν ούτε στον αντίπαλο".
Η γραμμή αυτή είναι πολύ λεπτή, καθώς ο παίκτης με προσωπικότητα δεν είναι απαραίτητα και εύκολος χαρακτήρας, ιδιαίτερα για τον προπονητή του. Ο παίκτης αυτός δεν αναζητά μόνο τον ηγετικό ρόλο μέσα στο γήπεδο, αλλά και τη στήριξη του προπονητή του, που σημαίνει ότι όταν θα υπάρξουν αντίθετες γνώμες, θα υπάρξουν και τριβές. Δηλαδή ο παίκτης που δημιουργεί πρόβλημα στον προπονητή δεν είναι κατ’ ανάγκην και ο παίκτης ηγέτης-προσωπικότητα, αλλά σίγουρα δεν έχει κατά νου αυτόν τον παίκτη ο Χερ Οττο.
Το ποδόσφαιρο εξελίσσεται
Ποδόσφαιρο: παιχνίδι με συνεχές τρέξιμο.
Σίγουρα δεν σας λέμε κάτι καινούργιο και δεν ανακαλύψαμε τον τροχό. Απλά θέλουμε να επισημάνουμε ότι, τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, οι αποστάσεις που κάλυπταν οι ποδοσφαιριστές ανέβηκαν από τα οκτώ χιλιόμετρα ανά παιχνίδι σχεδόν στα έντεκα. Και δεν είναι σπάνιο δε, όταν βλέπουμε στο τέλος ενός παιχνιδιού Champions League στις οθόνες μας, τις αποστάσεις που καλύπτουν οι κεντρικοί παίκτες να ξεπερνάνε ακόμα και τα δώδεκα χιλιόμετρα. Φανταστείτε ότι καλύπτουν πολλά από τα χλμ με σημαντικά αυξημένη ταχύτητα. Βλέπουμε ταχύτητες από επιθετικούς που ξεπερνάνε τα τριάντα ένα χιλιόμετρα ανά ώρα, που σημαίνει ότι θα κάλυπτε τα εκατό μέτρα κάτω από δώδεκα δευτερόλεπτα, και να μην ξεχνάμε ότι τα καλύπτει με ποδοσφαιρικά παπούτσια πάνω στο γρασίδι (Ο Κρίστιανο Ρονάλντο έχει φωτογραφηθεί με αυτές τις ταχύτητες και με την μπάλα στα πόδια). Στο τέλος της ταχύτητας δε, ο παίκτης πρέπει να είναι στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή, και να πετύχει και την μπάλα στο σωστό σημείο.
Για να έχετε μια σύγκριση, σας λέμε ότι, πριν από είκοσι πέντε χρόνια στο τότε Κύπελλο πρωταθλητριών, οι παίκτες κάλυπταν περίπου οχτώ χιλιόμετρα, από αυτά τα μισά περπατώντας και μόνο τα οχτακόσια μέτρα σε σπριντ. Δικαίως λοιπόν χαρακτηρίζετε το σημερινό ποδόσφαιρο "υψηλής ταχύτητας" και ιδιαίτερα στα προηγμένα πρωταθλήματα όπως Premier League, Primera Division, Μπουντεσλίγκα, όπου ο αριθμός των σπριντ έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία δέκα χρόνια: από περίπου 135 έχουν φτάσει τα 330. Μέσα σε ενενήντα λεπτά ο ποδοσφαιριστής καλύπτει δυόμισι χιλιόμετρα με υψηλές ταχύτητες.
Κατοχή μπάλας! Και λοιπόν;
Σημείο αναφοράς στην κυκλοφορία της μπάλας και στην κατοχή της, είναι σίγουρα η Μπαρτσελόνα -και κατ’ επέκταση η Εθνική Ισπανίας. Κατά μέσο όρο οι ομάδες αυτές έχουν κατοχή της μπάλας γύρω στο 55% και πραγματοποιούν περίπου 480 πάσες ανά παιχνίδι. Και από τις 480 αυτές πάσες, πάνω από το 50% καταγράφονται στο αντίπαλο μισό. Κοντά σε αυτά τα ποσοστά είναι μόνο ομάδες όπως η Εθνική Ολλανδίας και η Εθνική Πορτογαλίας.
Η κατοχή της μπάλας όμως και μόνο, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η ομάδα που κρατά την μπάλα ψάχνει και το επιθετικό παιχνίδι, ότι δημιουργεί χώρους για επιθετικό παιχνίδι και φτιάχνει ευκαιρίες. Παράδειγμα η Εθνική Γαλλίας στο τελευταίο παγκόσμιο κύπελλο, η οποία ήταν μεν ομάδα με κατοχή, αλλά οι αντίστοιχες ευκαιρίες που δημιουργούσε ήταν ελάχιστες.
Η Εθνική Ισπανίας μάς εντυπωσίασε με το παιχνίδι της, στο οποίο, για να προετοιμάσει την ξαφνική πάσα στον κενό χώρο ή την μπαλιά στο βάθος, ανοίγει τον αντίπαλο προς τις άκρες λίγο μετά τη σέντρα με παράλληλο παιχνίδι, πραγματοποιώντας πολλές φορές πάνω από 8 πάσες.
Το παιχνίδι από τα άκρα
Οι λόγοι που θέλουμε να παίζουμε από τις άκρες είναι απλοί. Ο αντίπαλος που βρίσκεται μπροστά στο σκορ μαζεύει πολλούς παίκτες μπροστά από την εστία του. Και εμείς είμαστε αναγκασμένοι εκ των πραγμάτων να παίζουμε είτε με 2 καθαρόαιμους σέντερ φορ, είτε με έναν καθαρόαιμο σέντερ φορ και έναν κρυφό εναλλασσόμενο (4-3-2-1). Όταν λοιπόν ο αντίπαλος μαζεύει πολλούς παίκτες μπροστά από την εστία του, αναγκάζεται και αφήνει κενούς χώρους στις άκρες, τους οποίους εμείς πρέπει να εκμεταλλευτούμε όταν η ομάδα μας επιτίθεται.
Εμείς τώρα, ως προπονητές, πρέπει να αποφασίσουμε ανάλογα με τους παίκτες που έχουμε στη διάθεσή μας, πότε (και αν) θα φέρουμε το παιχνίδι στις άκρες -και αν ναι, αν θα το κάνουμε νωρίς, πριν από τη σέντρα (μάλλον χωρίς νόημα μιας και ο αντίπαλος είναι μαζεμένος μπροστά από το δικό του τέρμα) ή στο ύψος της, ή αργά, περίπου στο ύψος της αντίπαλης μεγάλης περιοχής.
Εάν πάρουμε για παράδειγμα τις δύο ομάδες που έπαιξαν στον τελευταίο τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου, θα δούμε ότι με την Ισπανία ο Σέρχιο Ράμος συμμετείχε στην επίθεση της ομάδας του λίγο μετά τη σέντρα.
Ενώ, αντίθετα, οι Ολλανδοί ξεκινούσαν τις επιθέσεις τους με τους πλάγιους μπακ, δημιουργώντας χώρο με συνδυασμούς στο ύψος του κέντρου ώστε να ανοίξουν τους αντιπάλους κατά πλάτος για γρήγορες επιθέσεις. Ένα σύστημα που εάν στεφόταν με επιτυχία θα έδινε χώρο, ιδιαίτερα στον Ρομπέν. Με το ίδιο σύστημα / σκέψη είχε αντιμετωπίσει με επιτυχία, λίγους μήνες πριν, η Μπάγερν του Μονάχου τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Εκεί όμως, ο Ρομπέν είχε τη στήριξη ενός εξαίρετου ακραίου επιθετικού μπακ, μυημένου λόγω της καθημερινής συνύπαρξης στις προπονήσεις, του Λαμ.
Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πλάγιος μπακ είναι πρωτίστως ένας αμυντικός. Το βασικό του καθήκον είναι να παρεμποδίσει τους αντιπάλους να τελειώσουνε τις φάσεις, και να παίρνει τη σωστή θέση στη δημιουργία της ζώνης.
Ενέργειες που μπορούμε να πραγματοποιήσουμε από τις άκρες:
- overlapping,
- ντρίπλα προς το τέρμα,
- σέντρα, 1-2,
- πάσα προς τα πίσω