Αυτοπεποίθηση

 

   
 

Έχοντας ένας ποδοσφαιριστής την σωστή «στάση» αποκτά την κατάλληλη ετοιμότητα για τον χειρισμό των διαφόρων καταστάσεων ή των συναισθημάτων του.


Η φαντασία, οι πρωτοβουλίες, και η αυτοπεποίθηση στον ποδοσφαιριστή αναπτύσσονται όταν αυτός ενεργεί με αυτόνομη βούληση χωρίς επιρροές από άλλους παράγοντες


Είναι λίγες οι περιπτώσεις εκείνες των παικτών που δεν επηρεάζονται από την υπερβολική πίεση και έχουν ισχυρή αυτοπεποίθηση μένοντας προσανατολισμένοι στο στόχο τους.


Ο ρόλος του προπονητή σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ουσιώδης. Πρέπει να δίνει στους παίκτες το περιθώριο να μετατρέπουν τις σκέψεις τους σε πράξεις.

 

Κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού υπάρχουν κάποια κρίσιμα χρονικά σημεία όπου ο καθένας μπορεί να δει ποιοι από τους ποδοσφαιριστές διακατέχονται από εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους.
Ο ρόλος του προπονητή είναι να δώσει την κατάλληλη ώθηση σε όλους τους παίκτες του έτσι ώστε να αναπτύξουν το αίσθημα της αυτοπεποίθησης, προς όφελος της ομάδας.
Το συγκεκριμένο άρθρο παρουσιάζει τους τρόπους με τους οποίους η αυτοπεποίθηση σταθεροποιείται σε υψηλά επίπεδα.

Αυτοπεποίθηση και αυτογνωσία.

Πολλές φορές θεωρούμε πώς η έλλειψη της αυτοπεποίθησης και αυτογνωσίας ευθύνεται για την μειωμένη δημιουργικότητα των
ποδοσφαιριστών, ή για το ότι οι παίκτες δεν παίρνουν πρωτοβουλίες.
Επίσης μετά από μία ήττα ακούγεται από πολλούς ότι «έπεσε» η αυτοπεποίθηση της ομάδας και πως πρέπει να την ξαναχτίσουμε. Με το ίδιο σκεπτικό μετά από μία νίκη η αυτοπεποίθηση των ποδοσφαιριστών τονώνεται.
Σίγουρα η αυτοπεποίθηση είναι ένα σημαντικό όπλο για τους παίκτες αλλά το ζητούμενο είναι να παραμένει σε σταθερά επίπεδα και όχι να επηρεάζονται αρνητικά ή θετικά ανάλογα με την έκβαση του αποτελέσματος ενός αγώνα. Γι’αυτό ο κάθε ποδοσφαιριστής θα πρέπει να έχει αυτογνωσία και πλήρη κατανόηση των ατομικών ικανοτήτων του.
Όταν ο παίκτης έχει αποβάλλει τις ανασφάλειές του και γνωρίζει καλά ποιες είναι οι δυνατότητές του, μπορεί να ανταπεξέρχεται στις δύσκολες καταστάσεις και να βρίσκει τις λύσεις.
Ο ποδοσφαιριστής έχοντας αυτογνωσία και αυτοπεποίθηση ξέρει ποιος είναι και τι μπορεί να κάνει, όσον αφορά τις καταστάσεις που αντιμετωπίζει μέσα στο γήπεδο.
Υπάρχουν όμως και παραδείγματα όπου ένας παίκτης μπορεί να έχει μεγάλη αυτοπεποίθηση στο γήπεδο, αλλά στον κοινωνικό του περίγυρο, στις εμφανίσεις του στον τύπο, ή στην επιλογή αποφάσεων στην προσωπική του ζωή μπορεί να είναι ανασφαλής και αμφιταλαντευόμενος.
Αυτού του είδους οι παίκτες όταν αντιμετωπίζουν κάποιες αντιξοότητες στον αγώνα, ή μετά από μία ήττα της ομάδας, ή μετά από μια λάθος ενέργεια τα παρατάνε εύκολα και απογοητεύονται.
Αντίθετα κάποιοι άλλοι παίκτες που έχουν μία γενικότερη αυτογνωσία στο γήπεδο αλλά και εκτός αυτού, ανταπεξέρχονται με επιτυχία στις δυσκολίες.
Η αυτοπεποίθηση είναι μία συναισθηματική κατάσταση που απαιτεί από το άτομο να γνωρίζει πολύ καλά τον εαυτό του.
Επίσης εξαρτάται από τις εμπειρίες που έχει αποκτήσει ο καθένας, και σταθεροποιείται με την αυτογνωσία.
Η δουλειά των προπονητών που πρέπει να βοηθούν τους παίκτες να αυξάνουν την αυτοπεποίθησή τους και να την διαχειρίζονται σωστά.
 

Αύξηση και σταθεροποίηση της αυτοπεποίθησης.

Οι παράγοντες που βελτιώνουν και σταθεροποιούν την αυτοπεποίθηση.

1) Καλή φυσική κατάσταση.
2) Ενθάρρυνση, προτροπή, αναγνώριση.
3) Προσωπικές εμπειρίες, γεγονότα.
4) Παραδείγματα αυτοπεποίθησης.
5) Σωστή νοοτροπία και στάση από τους ποδοσφαιριστές.
6) Αποφυγή της υπερβολικής πίεσης στους παίκτες.
7) Ουσιώδης αυτοκριτική, «διάλογος» του παίκτη με τον εαυτό του.
8) Θετικές συμβουλές από τον προπονητή.
9) «Πνευματική» προπόνηση.
10) Κοινωνικός τομέας.

1) Καλή φυσική κατάσταση.

Η καλή φυσική κατάσταση παίζει σημαντικό ρόλο στην αυτοπεποίθηση και στο κίνητρο του παίκτη. Οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές παρουσιάζουν ασταθή συμπεριφορά όταν έρχεται η κόπωση.
 

2) Ενθάρρυνση, προτροπή, αναγνώριση.

Η ενθάρρυνση προς τους παίκτες πραγματοποιείται όταν παρουσιάζονται τα πρώτα σημάδια παραίτησης και απογοήτευσης. Σε αυτό το σημείο η παρότρυνση στους ποδοσφαιριστές τους δίνει ώθηση για να συνεχίσουν την προσπάθειά τους.
Η επιδοκιμασία στους παίκτες είναι αποτελεσματική όταν γίνεται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της μάθησης. Επίσης με την επιδοκιμασία και την αναγνώριση μιας ενέργειας, αυξάνεται η αυτοπεποίθηση στο άτομο. Η αμεσότητα της επιβράβευσης κάνει καλύτερη την προσπάθεια του παίκτη.
Ο τρόπος που θα μιλήσει ο προπονητής παίζει σημαντικό ρόλο.
Για παράδειγμα μπορεί να πει σε κάποιον ποδοσφαιριστή πως ότι έμαθε στην προπόνηση το εφάρμοσε στο παιχνίδι και είναι ικανοποιημένος για την απόδοσή του.
Η ενθάρρυνση στους παίκτες νεαρής ηλικίας έχει καλύτερα αποτελέσματα και η επιδοκιμασία τους με ωραίες εκφράσεις ανεβάζει την αυτοεκτίμησή τους.
Σε συνδυασμό με το αυξανόμενο επίπεδο μάθησης, οι ικανότητες των νεαρών ποδοσφαιριστών βελτιώνονται.
Η επιδοκιμασία θα πρέπει να είναι «ευδιάκριτη» και να χρησιμοποιείται πολύ στην προπόνηση και όχι μόνο στα παιχνίδια.
Βέβαια μερικοί προπονητές υπερβάλλουν σε αυτό τον τομέα και φορτίζουν έντονα τον παίκτη λέγοντας του πως είναι ο καλύτερος από όλους, και άλλα διάφορα τέτοια, με αποτέλεσμα αυτός να πιέζεται για να αποδείξει κάποια πράγματα και έτσι δημιουργείται το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα ή φοβάται πως δεν θα είναι αντάξιος των προσδοκιών.

3 σημαντικά λάθη που γίνονται από τον προπονητή.
α) Φράσεις που περιέχουν μέσα τους το «αλλά».
Όταν για παράδειγμα ένας παίκτης ντριπλάρει έναν αντίπαλο και κάνει λάθος πάσα στον συμπαίκτη του, ο προπονητής σταματάει το παιχνίδι, τον παρατηρεί και λέει « καλή η ντρίπλα, αλλά η πάσα σου ήταν…». Τέτοιες φράσεις μειώνουν την αυτοπεποίθηση του ποδοσφαιριστή.
Σωστή αντιμετώπιση.
Στο προηγούμενο παράδειγμα που αναφέραμε, ο προπονητής επιδοκιμάζει τον ποδοσφαιριστή του για την θετική πλευρά της ενέργειάς του και δεν ασχολείται καθόλου με την αρνητική. Λίγο αργότερα και επιλέγοντας την κατάλληλη στιγμή μιλάει στον παίκτη λέγοντάς του πως θα πρέπει να δουλέψουν μαζί για να βελτιώσουν την πάσα του.

β) Κριτική στον ποδοσφαιριστή και όχι στην ενέργειά του.
Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια μιας άσκησης τεχνικής ένας παίκτης κάνει κάποια λάθη και ο προπονητής φωνάζει « καλά δεν βλέπεις τόση ώρα πως κάνουμε την άσκηση;». Οι εκφράσεις αυτού του τύπου δεν βοηθούν γιατί εστιάζουν στον ίδιο τον ποδοσφαιριστή και όχι στις λανθασμένες ενέργειές του που πρέπει να βελτιωθούν. Ο παίκτης νιώθει πως ο προπονητής μειώνει την προσωπικότητά του και συνεχίζει την άσκηση με αντίδραση και επιθετικότητα.
Σωστή αντιμετώπιση.
Ο προπονητής διακόπτει χωρίς ένταση και νεύρα και λέει στον παίκτη « παρατήρησε τώρα πως θα κάνω την εκτέλεση της άσκησης, και δώσε προσοχή στις κινήσεις του σώματός μου». Με αυτό τον τρόπο ο προπονητής επικεντρώνεται στην βελτίωση των ενεργειών του ποδοσφαιριστή και όχι στον ίδιο τον ποδοσφαιριστή. Έτσι ο παίκτης βλέπει πιο είναι το σωστό χωρίς να νιώθει πως θίγεται η προσωπικότητά του.

 

γ) Φράσεις με έμμεσο «εκβιασμό».

Για παράδειγμα ο προπονητής λέει στον παίκτη ότι «αν κάνεις σωστά τα καθήκοντα που σου ανάθεσα τότε θα σε υπολογίζω για το παιχνίδι της Κυριακής». Τέτοιες εκφράσεις δημιουργούν φόβο, άγχος και αμφιβολία στους ποδοσφαιριστές και σίγουρα δεν αυξάνουν την αυτοπεποίθησή τους. Νιώθουν πως ο προπονητής απαιτεί κάποια πράγματα από αυτούς με ανταλλάγματα. Το αποτέλεσμα είναι να νιώθουν ανασφαλείς και αυτό γίνεται εμφανές.
Σωστή αντιμετώπιση.
Οτιδήποτε ζητάμε από έναν ποδοσφαιριστή μας θα πρέπει να γίνεται χωρίς να τον δελεάζουμε με ανταλλάγματα. Για παράδειγμα ο προπονητής μιλάει σε έναν παίκτη λέγοντάς του « σου εξήγησα τις απαιτήσεις του ρόλου σου. Έχεις κάποιο πρόβλημα που θέλεις να συζητήσουμε ή σε απασχολεί κάτι που δεν κατάλαβες;»

3) Προσωπικές εμπειρίες, γεγονότα.

Η αυτοπεποίθηση είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα των θετικών εμπειριών ενός παίκτη. Γι’αυτό το λόγο οι προπονητές θα πρέπει να είναι προσεκτικοί στις μεθόδους που ακολουθούν και τον αντίκτυπο που έχουν στο θέμα της ψυχολογίας των ποδοσφαιριστών.
Η αυτοπεποίθηση των παικτών αυξάνεται και από τις εργασίες που εκτελούν κατά τη διάρκεια της προπόνησης, όχι μόνο από τις ασκήσεις αλλά και από τα παιχνίδια που είναι παρόμοια με τις καταστάσεις του αγώνα.
Τέτοιες εφαρμογές είναι οι εξής:
- Παιχνίδια με αριθμητικό πλεονέκτημα.
- Ασκήσεις που οι συνθήκες τους μοιάζουν με αυτές του αγώνα, π.χ. εφαρμογές χωρίς μπάλα με ίδιες κινήσεις που χρησιμοποιούνται στο παιχνίδι κ.τ.λ.
Με αυτές τις πρακτικές οι παίκτες αναπτύσσουν την ικανότητα ανάληψης ευθυνών και αποφάσεων. Το ζητούμενο είναι, οι ποδοσφαιριστές να εμπιστεύονται την κρίση τους, να έχουν πλήρη γνώση των ικανοτήτων τους, να είναι ανταγωνιστικοί και να μην φοβούνται τον αντίπαλο και να υιοθετούν αυτή τη στάση μέσα στο παιχνίδι.
Επίσης θα πρέπει να αναφέρουμε ότι πολλές φορές είναι αναγκαίο να αναθέτουμε και πιο δύσκολα καθήκοντα στους παίκτες όπως την πρόκληση του ανταγωνισμού.
Για παράδειγμα δημιουργούμε 2 ομάδες των 5 ατόμων και επίτηδες κάνουμε τη μία από αυτές να είναι πιο ισχυρή από την άλλη. Σε αυτή την περίπτωση τονώνουμε συνεχώς την αυτοπεποίθηση των παικτών της αδύνατης ομάδας και τους ενθαρρύνουμε να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες συνθήκες.

4) Παραδείγματα αυτοπεποίθησης.

Αρκετές ομάδες αποτελούνται από νεαρούς παίκτες οι οποίοι εκ των πραγμάτων δεν είναι δυνατόν να έχουν εμπειρίες. Τότε ο προπονητής ενθαρρύνει αυτούς τους ποδοσφαιριστές φέρνοντας παραδείγματα άλλων ατόμων ή ομάδων που είχαν υψηλή αυτοπεποίθηση στα επιτεύγματά τους. Η φράση « αφού το έκαναν αυτοί, μπορείτε και εσείς» κυριαρχεί. Αυτού του είδους η παρακίνηση, δίνει κίνητρο στους παίκτες για να πιστέψουν περισσότερο στους εαυτούς τους.

5) Σωστή νοοτροπία.

Όλοι αντιλαμβανόμαστε πως η κατάλληλη νοοτροπία των παικτών παίζει σημαντικό ρόλο στο ποδόσφαιρο. Πολλές φορές βλέπουμε ποδοσφαιριστές ή ομάδες να έχουν επιθετική ή αμυντική νοοτροπία, ανταγωνιστική ή φοβισμένη συμπεριφορά, σωστή ή λάθος στάση.
Έχοντας ένας ποδοσφαιριστής την σωστή «στάση» αποκτά την κατάλληλη ετοιμότητα για τον χειρισμό των διαφόρων καταστάσεων ή των συναισθημάτων του. Η στάση του παίκτη καθοδηγεί ασυνείδητα πολλές φορές και την συμπεριφορά του.
Όταν ο ποδοσφαιριστής έχει μια στάση που χαρακτηρίζεται από σταθερότητα, μένει προσηλωμένος στο στόχο του, είναι συγκεντρωμένος και για τα επόμενα παιχνίδια και δεν υπερεκτιμά ή υποτιμά τους αντιπάλους του.

 

Η στάση ενός παίκτη απέναντι στον εαυτό του και στους αντιπάλους (υπερεκτίμηση-υποτίμηση).

Η στάση ενός παίκτη απέναντι στον εαυτό του.

Ο κάθε ποδοσφαιριστής πρέπει να έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητές του ανεξάρτητα από το επίπεδό τους. Επίσης θα πρέπει να μένει ανεπηρέαστος από τα αποτελέσματα των παιχνιδιών και να διατηρεί μία σταθερότητα στον συναισθηματικό τομέα. Δηλαδή δεν πρέπει να τον καταλαμβάνει υπέρμετρη ευφορία έπειτα από μία νίκη ή να καταδικάζει τον εαυτό του μετά από μία ήττα.
Μία ήττα θα πρέπει να θεωρείται ως μία ευκαιρία για αναλύσεις και χρήσιμα συμπεράσματα για το επόμενο παιχνίδι. Δηλαδή δίκαια αυτοκριτική και όχι εμμονή στα προσωπικά λάθη που εκμηδενίζουν την αυτοπεποίθηση.

Η στάση ενός παίκτη απέναντι στους αντιπάλους.

Η συμπεριφορά και η στάση ενός παίκτη απέναντι στους αντιπάλους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αυτοπεποίθηση του ποδοσφαιριστή και την εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.
Η υποτίμηση του αντιπάλου προέρχεται από την υπερβολική αυτοπεποίθηση. Οι παίκτες είναι λιγότερο συγκεντρωμένοι και δεν καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια, πιστεύοντας πως θα κερδίσουν με ευκολία την άλλη ομάδα.
Καθώς εξελίσσεται το παιχνίδι και ο αντίπαλος είναι καλύτερος έχει χαθεί πλέον πολύτιμος χρόνος.
Η υπερτίμηση του αντιπάλου αντίστοιχα προέρχεται από την έλλειψη αυτοπεποίθησης. Οι παίκτες παίζουν χωρίς πρωτοβουλίες και φοβούνται το λάθος.
Οι ποδοσφαιριστές πρέπει να αντιμετωπίζουν το κάθε ματς έχοντας την κατάλληλη στάση χωρίς να υποτιμούν ή να υπερτιμούν την αντίπαλη ομάδα.
Ο προπονητής από την πλευρά του θα πρέπει να δίνει σαφείς εντολές στους ποδοσφαιριστές του για τις ικανότητες, τις αδυναμίες και το στυλ παιχνιδιού του αντιπάλου π.χ. «ο Χ παίκτης είναι γρήγορος, άρα δεν πρέπει να φτάσει η μπάλα στα πόδια του», «ο Χ αντίπαλος είναι καλός τεχνίτης αλλά δεν έχει καλές ανασταλτικές ικανότητες και θα το εκμεταλλευτούμε», «ο Χ παίκτης πολλές φορές κάνει σέντρα μέσα στη μεγάλη περιοχή με κατεύθυνση στην εστία».
Επίσης στους παίκτες πρέπει να τους επεξηγεί ακριβώς τα καθήκοντά τους και τι θέλει από αυτούς. Σε αντίθεση με εντολές που δεν απευθύνονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα και είναι γενικές π.χ. «κάποιος να μαρκάρει τον Χ αντίπαλο» ή «γιατί δεν αναπτύσσεστε από την πλευρά του Χ αντιπάλου» κ.τ.λ.
Όταν ο προπονητής είναι αόριστος και δίνει εντολές που δεν είναι συγκεκριμένες, αυξάνεται η αμφιβολία στους παίκτες.

6) Η έντονη πίεση που επιβάλλεται στους παίκτες.

Η φαντασία, οι πρωτοβουλίες, και η αυτοπεποίθηση στον ποδοσφαιριστή αναπτύσσονται όταν αυτός ενεργεί με αυτόνομη βούληση χωρίς επιρροές από άλλους παράγοντες.
Όταν όμως για παράδειγμα οι παίκτες φορτώνονται με πίεση και ευθύνες από τον προπονητή, την διοίκηση και στον επαγγελματικό χώρο από τους δημοσιογράφους, έρχεται κάποια στιγμή που καταρρέουν.
Είναι λίγες οι περιπτώσεις εκείνες των παικτών που δεν επηρεάζονται από την υπερβολική πίεση και έχουν ισχυρή αυτοπεποίθηση μένοντας προσανατολισμένοι στο στόχο τους.
Οι περισσότεροι όμως ποδοσφαιριστές δεν έχουν καλές αντιδράσεις απέναντι στις πιέσεις που δέχονται από όλους αυτούς τους εξωγενείς παράγοντες.
Η αυτοπεποίθηση αυτών των παικτών μένει σε χαμηλά επίπεδα και αρνητικές σκέψεις γεμίζουν το μυαλό τους. Το συναίσθημα υποχρέωσης «εγώ πρέπει να κάνω πάση θυσία αυτό» φαίνεται σε κάθε ενέργειά τους, και υπάρχει ο φόβος πως δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους.
Ο ρόλος του προπονητή σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ουσιώδης. Πρέπει να δίνει στους παίκτες το περιθώριο να μετατρέπουν τις σκέψεις τους σε πράξεις. Επίσης να περιορίζει τις φράσεις που έχουν το «πρέπει», «μην κάνεις αυτό» κ.α.

Σκέψεις που «απαγορεύονται».

• «Πρέπει να κερδίσουμε».
• «Δεν πρέπει να αποτύχω».
• «Δεν πρέπει να κάνω κανένα λάθος».

Σκέψεις που «επιτρέπονται».

• «Θα εκμεταλλευτώ κάθε ευκαιρία».
• «Θα επιμείνω».
• «Θα είμαι συγκεντρωμένος».

7) Αυτοκριτική, αυτογνωσία, «διάλογος» του παίκτη με τον εαυτό του.

Όταν ο κάθε παίκτης «γνωρίζει» καλά τον εαυτό του, ξέρει τα ελαττώματά του, ξέρει τα προτερήματά του, προετοιμάζεται σωστά για το παιχνίδι, και έχει ξεκαθαρίσει τους στόχους του και με ποιο τρόπο θα τους εκπληρώσει.

«Διάλογος» του παίκτη με τον εαυτό του.

Λάθη.
Οι αρνητικές σκέψεις που κάνει ένας παίκτης έχουν ως αποτέλεσμα να χάνεται η αυτοσυγκέντρωσή του, να μην κάνει σωστό χειρισμό των καταστάσεων, και η αυτοπεποίθησή του να πέφτει.
• «Αυτός ο αντίπαλος είναι πολύ γρήγορος για μένα».
• «Νιώθω πως δεν θα τα καταφέρω».
• «Δεν έχουμε καμία ελπίδα».
• «Κάνω συνεχώς τα ίδια λάθη».
• «Έτσι κι αλλιώς ο προπονητής δεν είναι ευχαριστημένος με εμένα».

Σωστές σκέψεις.
Οι σωστές σκέψεις ενός ποδοσφαιριστή προσανατολίζονται μέσα στο παιχνίδι και όχι στο αποτέλεσμα.
• «Αυτόν τον αντίπαλο θα τον σβήσω».
• «Θα κυκλοφορήσουμε γρήγορα τη μπάλα για να μην δώσουμε κανένα περιθώριο στον αντίπαλο».
• «Θα κινηθώ γρήγορα και έξυπνα χωρίς τη μπάλα».
• «Θα αντιμετωπίσω τον αντίπαλο παίκτη που βλέπω μπροστά μου και όχι το γνωστό όνομά του».

8) Θετικές συμβουλές από τον προπονητή.

Οι συμβουλές του προπονητή πρέπει να βοηθούν τον παίκτη στον προσανατολισμό του, να δίνουν ώθηση στο κίνητρό του και να είναι κατανοητές ως προς τον τρόπο που θα τις εφαρμόσουν οι ποδοσφαιριστές του.
Οι συμβουλές δεν θα πρέπει κρύβουν απαισιοδοξία και ανασφάλεια, μεταδίδοντας έτσι ο προπονητής τις φοβίες του στους παίκτες.
Θα πρέπει να εκφράζουν εμπιστοσύνη και πίστη στις ικανότητες των ποδοσφαιριστών.
Επίσης το πιο σημαντικό είναι ότι οι συμβουλές δεν πρέπει να έχουν παθητικό χαρακτήρα π.χ. «μην κάνεις αυτό» ή «αν δεν μπορείς…» οι οποίες προκαταβάλουν τον παίκτη να σκέφτεται αρνητικά και τονίζουν τις αδυναμίες του.

Παραδείγματα λανθασμένων συμβουλών.
• «Μην παίρνετε ρίσκο».
• «Δεν πρέπει να δεχτούμε γκολ».
• «Δεν θα δεχτούμε κίτρινη κάρτα».
• «Μην είστε φοβισμένοι».
• «Μην παίζετε παράλληλα».
• «Δεν θα αποσπάται η προσοχή σας».

Παραδείγματα σωστών συμβουλών.
• «Έχουμε την τόλμη να παίξουμε επιθετικά».
• «Θα είμαστε συντονισμένοι στις επιθέσεις μας».
• «Θα παίξουμε δυνατά αλλά όχι αντιαθλητικά».
• «Τολμήστε και την ντρίπλα».
• «Παίξτε κάθετα».
• «Συγκεντρωθείτε σε αυτό που κάνετε».

9) «Πνευματική» προπόνηση, οραματισμός.

Ποιος ποδοσφαιριστής δεν φέρνει στο μυαλό του την σκηνή μιας εντυπωσιακής προσπάθειας που έκανε σε ένα σημαντικό παιχνίδι ή την επίτευξη ενός όμορφου γκολ;
Όταν ο προπονητής λέει στον παίκτη του να θυμηθεί κάτι σπουδαίο που είχε κάνει σε ένα προηγούμενο αγώνα και να το φέρει στο μυαλό του με όλες τις λεπτομέρειες των κινήσεών του, πάντοτε έχει καλύτερα αποτελέσματα από το να τον ενθαρρύνει απλώς με κάποια λόγια.
Εκείνη τη στιγμή ο ποδοσφαιριστής οραματίζεται την προσπάθεια που είχε κάνει, ανασύροντας από τη μνήμη του όλες τις πτυχές των ενεργειών του. Αυτό που αναφέραμε είναι μία μορφή «πνευματικής» προπόνησης για τον παίκτη ο οποίος προετοιμάζεται για το παιχνίδι προσδοκώντας να κάνει πάλι αυτή τη σέντρα που κατέληξε σε γκολ ή την κεφαλιά ή το τάκλιν που έσωσε την ομάδα του.
Η αυτοπεποίθησή του αυξάνεται η συναισθηματική του κατάσταση χαρακτηρίζεται από ευφορία και σταθερότητα και σαφώς οι αντιδράσεις του στον αγωνιστικό χώρο είναι καλύτερες.

10) Κοινωνικός τομέας.

Οι παίκτες οι οποίοι προέρχονται από μεγάλη αποχή λόγω τραυματισμού ή δεν είναι φορμαρισμένοι, είναι πολύ σημαντικό να ξαναβρούν την αυτοπεποίθησή τους. Ο προπονητής, οι συμπαίκτες, και ο περίγυρος του ποδοσφαιριστή πρέπει να βοηθήσουν τον συγκεκριμένο παίκτη.
Είναι πολύ σημαντικό για κάποιον να αρχίσει να πιστεύει στον εαυτό του όταν οι άλλοι πιστεύουν σε αυτόν.

Log in or Sign up

Enter your name
Enter your email
Please select a Membership